ἀπειθεία — ἀπειθείᾱ , ἀπείθεια disobedience fem nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπειθείᾳ — ἀπειθείᾱͅ , ἀπείθεια disobedience fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπείθεια — disobedience fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
απείθεια — η ανυπακοή: Η απείθειά του ήταν βαριά, γιατί είχε γίνει μπροστά σ όλους τους συμμαθητές του … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἀπειθείας — ἀπειθείᾱς , ἀπείθεια disobedience fem acc pl ἀπειθείᾱς , ἀπείθεια disobedience fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπειθείαι — ἀπειθείᾱͅ , ἀπείθεια disobedience fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπειθείαις — ἀπείθεια disobedience fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπείθειαι — ἀπείθεια disobedience fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπείθειαν — ἀπείθεια disobedience fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αγροικία — Τo αγροτικό σπίτι. To σπίτι όπου ζει οαγρότης, oγεωργός, oψαράς, ο άνθρωπος που ζει και εργάζεται στην ύπαιθρο γενικά. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί τύποι α. Η μορφή κάθε τύπου εξαρτάται από πολλούς παράγοντες: από τη γεωγραφική θέση της α., τον… … Dictionary of Greek